Δίκτυο 7 | Λύκειο Α' Εθνάρχη Μακαρίου Γ', Λύκειο Γιαννάκη Ταλιώτη Γεροσκήπου, Γυμνάσιο Αγίας Παρασκευής Γεροσκήπου

Στις 7 Φεβρουαρίου 2023 διεξήχθη Βιωματικό Ποιητικό Εργαστήρι στο Λύκειο Εθνάρχη Μακαρίου Γ’ σε συνεργασία με το Λύκειο Γιαννάκη Ταλιώτη Γεροσκήπου και το Γυμνάσιο Αγίας Παρασκευής Γεροσκήπου.

Μέσα από μια διαδικασία διαθεματική, τα παιδιά ήρθαν σε επαφή με τον λόγο, το χρώμα, τη μελωδία, την κίνηση, την εικόνα. Έτσι η χαραμάδα στο κλειστό του καθενός παράθυρο, μετουσιώθηκε σε δύναμη, σε χαρά, σε αγάπη, σε ζωή.

Η τέχνη συνιστά το καταφύγιο στην απογοήτευση, την εγκατάλειψη, τη διάψευση, την ασυνέπεια.
«Πού μάς πάτε
Όταν ήμουν παιδί είχα ένα όργανο
Με αυτό συντρόφευα το όνειρό μου»
ΘέμαΑρχείοΗμερομηνία
Ποίημα 23/02/2024
Αφίσα 23/02/2024

Ποίημα

Ανακολουθία

Η πόρτα ανοίγει και κλείνει
ακούγεται θόρυβος
Θέλω να μιλήσω για όλους αυτούς
θέλω να μιλήσω για εσάς
που κρύβεστε στις λέξεις
και στα ηχηρά τα γράμματα
Πού πάτε
Πού μάς πάτε
Η πόρτα ανοίγει και κλείνει

Όταν ήμουν παιδί
είχα ένα όργανο
της βροχής και του ξύλου
Με αυτό
συντρόφευα το όνειρό μου
Ποιος είναι ο κόσμος μας
Ποιος ο δικός σας

Στην άμμο χωρίς ετικέτα
χάραξα το δικό μου σύννεφο
το άρωμά μου

το δικό μου πινέλο τον ήλιο μου
χωρίς εσάς
Μεγάλωσα χωρίς εσάς
γιατί δεν φτιάχνατε
γκρεμίζατε τα όνειρά μας

Ακολουθία μαθηματική
η Νέμεσις.

Συντελεστές

Λύκειο Α' Εθνάρχη Μακαρίου Γ'

Συμμετείχαν οι μαθητές/τριες:
  • Παπαθεοχάρους Ελένη, Β01
  • Χριστοδούλου Νίκη, Β01
  • Παναγιώτου Χρυσταλλένα, Β31
  • Μερκούρη Ελένη, Β32
  • Κανάρης Δημήτρης, Β33
  • Τσιακκούρης Ευάγγελος , Β33
  • Κανναβίας Ματθαίος, Β61
  • Μακαρούνας Δημήτρης, Β61
  • Τσέλεπου Μαρία, Β61
  • Χριστοδουλίδης Γιάννης, Β61
Υπεύθυνη:
Ελίζα Φιλίππου, Φιλόλογος

Συνεργάτης:
Σωκράτης Τερπίζης, Μουσικός

Λύκειο Γιαννάκη Ταλιώτη Γεροσκήπου

Συμμετείχαν οι μαθητές/τριες:
  • Λουκά Λουκάς, Β31
  • Παπαμιλτιάδους Χρυσόστομος, Β41
  • Αλφρέδου Μαρίνος, Β41
  • Λουκά Μικαέλα, Γ51
  • Καραμανή Μαργαρίτα, Γ61
  • Χαραλάμπους Μαρίνα, Γ61
Υπεύθυνη:
Χριστιάνα Πετράκη, Φιλόλογος

Συνεργάτης / Συνεργάτιδα:
Χρίστος Ποτσίδης, Καθηγητής Τέχνης
Μαρία Παύλου, Β.Δ.

Γυμνάσιο Αγίας Παρασκευής Γεροσκήπου

Συμμετείχαν οι μαθητές/τριες:
  • Σαρνταρίδη Χριστίνα, Α2
  • Παλάτε Ειρήνη, Β4
  • Θεοφάνους Μυριάνθη, Β4
  • Παπαγεωργίου Μελίνα, Γ2
  • Πολύδωρου Πολύδωρος, Γ5
  • Χρίστου Ελπινίκη, Γ6
Υπεύθυνη:
Αφροδίτη Νεοφύτου, Φιλόλογος

Έργα Τέχνης

Οπτικοακουστικό Υλικό

Φωτογραφικό Υλικό

Μεταγνωστική εμπειρία

Γλυκόπικρη Συμφωνία (παραμύθι))

Το κερί σιγόκαιγε πάνω στο πιάνο. Η πόρτα άνοιγε κι έκλεινε βασανιστικά. Η σκέψη ακολουθούσε τη φλόγα…

29 Μαρτίου 1942. Ο Πάνος ξύπνησε από τις σταγόνες της βροχής που χτυπούσαν τη στέγη όταν ένιωσε να τον κυριεύει μια βαθιά αίσθηση θλίψης. Παρά τη βροχή, ο ήλιος ήταν υπέρλαμπρος ρίχνοντας μια αιθέρια λάμψη στα δέντρα και στην ψυχή του. Όμως, αυτή η εκπληκτική ομορφιά ενέτεινε τα γλυκόπικρα συναισθήματά του αντί να τον παρηγορεί. Ο Πάνος λοιπόν, καθώς ετοιμαζόταν για το σχολείο άκουγε τις μελαγχολικές νότες της Δεύτερης Συμφωνίας του Μπετόβεν να διαπερνούν τους τοίχους, μια μελωδία πολύ οικεία γι’ αυτόν. Ήταν η μελωδία από το πιάνο που έπαιζε ο πατέρας του στο διπλανό δωμάτιο και η οποία όξυνε και αυτή τα ανάμεικτα συναισθήματά του. Μέσα σε όλο αυτό το ανακάτεμα ο Πάνος προσπάθησε να επικεντρω- θεί στο όνειρό του: να μορφωθεί και να δημιουργήσει ένα καλύτερο μέλλον για τον κόσμο. Μπήκε στο σχολικό λεωφορείο και άκουσε τους φίλους του που συζητούσαν για διάφορα θέματα. Στη σκέψη του ηχούσε ακόμα η μελωδία από το πιάνο. Ξαφνι- κά ακούστηκαν πυροβολισμοί και όλμοι, οι νότες αγρίεψαν, ωστόσο το λεωφορείο έφτασε στο σχολείο ως συνήθως.

Ο Πάνος μπήκε στην τάξη του, το μάθημα ξεκίνησε αλλά αυτός βρισκόταν στο δικό του κόσμο σαν σε λήθαργο. Κάποια στιγμή τού απηύθυνε τον λόγο ο καθηγητής των Μαθηματικών χωρίς βεβαίως να ανταποκριθεί. Σε μια έκρηξη θυμού, ο καθηγητής έριξε «κατά λάθος» την ξυλόσομπα προκαλώντας μεγάλη φωτιά. Οι μαθητές έτρε- ξαν έξω από την αίθουσα πανικόβλητοι.

Ο Πάνος και ο φίλος του ο Γιώργος έτρεξαν και αυτοί έξω τρομαγμένοι. Μέσα στον πανικό της φωτιάς εμφανίστηκαν τρεις στρατιώτες, οι οποίοι τους ζήτησαν να τους ακολουθήσουν στο Διοικητήριο της πόλης. Εκεί βρίσκονταν και οι γονείς τους, οι οποίοι κατηγορούνταν για αδίκημα κατά ξένης περιουσίας.

Όταν έφτασαν στο Διοικητήριο, προς έκπληξή του ο Πάνος, είδε τον καθηγητή του μαζί με τους Γερμανούς στρατιώτες. Στη στολή τους δέσποζε το σύμβολο της σβάστικας. Αφού τον πήρε αγκαλιά, τον οδήγησε σε ένα γραφείο, εκεί όπου βρισκόταν ο πατέρας του και ο πατέρας του Γιώργου. Μετά από μια σύντομη συνομιλία με τους Γερμανούς στρατιώτες οι δύο πατεράδες υπέγραψαν κάποια έγγραφα που τους δόθηκαν. Στη συνέχεια, τους ανακοίνωσαν ότι μπορούσαν να επιστρέψουν στα σπίτια τους. Βγαίνοντας από το Διοικητήριο είδε τους συμμαθητές του να στριμώχνονται σε ένα λεωφορείο.

Ο Πάνος προσπάθησε να συνδέσει τα γεγονότα της ημέρας ώστε να βρει έναν πιθανό λόγο που να δικαιολογούσε την παρουσία του πατέρα του και του πατέρα του Γιώργου στο Διοικητήριο. Τι σχέση είχαν με τον γερμανικό στρατό; Και γιατί μόνο αυτός και ο Γιώργος δεν επιβιβάστηκαν στο λεωφορείο με τους συμμαθητές τους. Δεν μπορούσε να κοιμηθεί εκείνο το βράδυ καθώς τον βασάνιζαν οι σκέψεις, έτσι φώναξε τον πατέρα του, προσπαθώντας να πάρει μιαν απάντηση, χωρίς ωστόσο κανένα αποτέλεσμα. Τελικά αποκοιμήθηκε. Το επόμενο πρωί βρήκε τον πατέρα του να διαβάζει μια έκτακτη ανακοίνωση στην εφημερίδα, με φανερή ικανοποίηση: «Εκτελέστηκαν 10.000 Εβραίοι εχθροί της Αρίας Φυλής».

Με βαριά καρδιά ο Πάνος πήγε στο σχολείο και εκεί συνάντησε μόνο τον Γιώργο. Οι υπόλοιποι έλειπαν. Περίμεναν στην τάξη και, όταν ο ήρθε ο καθηγητής, τούς ενημέρωσε ότι οι συμμαθητές τους οδηγήθηκαν σε γερμανικά στρατόπεδα, εκτός από αυτούς τους δύο που ήταν «τυχεροί».

Ο Πάνος έφερε στο μυαλό του το χθεσινό λεωφορείο και δεν μπορούσε να πιστέψει αυτά που είχε δει και ακούσει. Πώς θα μπορούσε ο δικός του πατέρας, ο πατέρας του φίλου του και ο καθηγητής τους να συνεργάζονται με τον γερμανικό στρατό; Τρόμαξε. Ήξερε ότι έπρεπε να βρει απαντήσεις, αλλά δεν ήξερε από πού να αρχίσει. Κράτησε τις σκέψεις του για τον εαυτό του. Τα γεγονότα έτρεχαν… Γερμανοί στρατιώτες μπήκαν στο σχολείο και τους ανακοίνωσαν ότι το σχολείο κλείνει επ’ αόριστον.

Ξαφνικά, βρέθηκε μπροστά τους μια γυναίκα ντυμένη στα μαύρα. Παρουσίασε τον εαυτό της ως μέλος της εθνικής αντίστασης, μιας ομάδας που μαχόταν ενάντια στη γερμανική κατοχή. Είπε στον Πάνο και στον Γιώργο ότι διέτρεχαν μεγάλο κίνδυνο και ότι έπρεπε να την ακολουθήσουν.

Ο Πάνος και ο Γιώργος ακολούθησαν τη γυναίκα σε ένα μυστικό κρησφύγετο. Εκεί συνάντησαν άλλα μέλη της αντίστασης που τους μίλησαν για τον πόλεμο και τις θηριωδίες που διέπρατταν οι Γερμανοί. Τους εξήγησαν ότι οι πατεράδες τους και ο καθηγητής δούλευαν για τους Γερμανούς και ότι οι πράξεις τους έβαζαν σε κίνδυνο ολόκληρη την πόλη. Τους ενημέρωσαν για τους Εβραίους συμμαθητές τους που οι Γερμανοί μετέφεραν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης κα τους εκτέλεσαν.

Οι δύο νέοι τρόμαξαν με αυτά που άκουσαν. Ήξεραν ότι έπρεπε να κάνουν κάτι για να βοηθήσουν. Αποφάσισαν να ενταχθούν στην αντίσταση και άρχισαν να συνεργάζονται μαζί τους. Μοίραζαν φυλλάδια και μετέδιδαν μηνύματα, συγκέντρωναν πληροφορίες και τις μετέφεραν στην αντίσταση.

Μια μέρα, ενώ βρίσκονταν σε αποστολή, άκουσαν φήμες για μεγάλης κλίμακας επιδρομή στην πόλη. Η αντίσταση, τούς υπογράμμισε ότι οι Γερμανοί επρόκειτο να συγκεντρώσουν όλους τους Εβραίους της πόλης και να τους μεταφέρουν σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Ο Πάνος και ο Γιώργος σκέφτηκαν ότι έπρεπε να δράσουν γρήγορα. Έπρεπε να σώσουν όσους περισσότερους μπορούσαν. Πήραν τον δρόμο τους προς το στρατόπεδο, το οποίο φρουρούσαν Γερμανοί στρατιώτες. Κατάφεραν να περάσουν κρυφά από τους φρουρούς και να μπουν στο στρατόπεδο. Ανακάλυψαν στο πίσω μέρος του ένα σκοτεινό στενό πέρασμα και απ’ εκεί οδήγησαν σιγά σιγά προσεκτικά και κρυφά όσους περισσότερους κρατούμενους μπορούσαν σε ασφαλές μέρος. Κατάφεραν να σώσουν μεγάλο αριθμό ανθρώπων. Η γενναιότητά τους ενέπνευσε και άλλους να συμμετάσχουν στον αγώνα κατά των Γερμανών.

Ο πόλεμος ευτυχώς έληξε και η πόλη ελευθερώθηκε από τη γερμανική κατοχή. Τα χρόνια πέρασαν. Ο Πάνος και ο Γιώργος οι οποίοι βίωσαν έναν κόσμο πολέμου και βίας συνέχισαν να υπηρετούν την ελευθερία και την πατρίδα τους και φρόντισαν έτσι ώστε να ανοικοδομηθεί η πόλη και να αποδοθεί δικαιοσύνη σε όλους όσοι υπέφεραν. Δεν ξέχασαν ποτέ τα μαθήματα ζωής που πήραν από τον πόλεμο, δεν ξέχασαν τις θυσίες εκείνων που πολέμησαν για την ελευθερία.

Τα χρόνια πέρασαν. Ο Πάνος κι ο Γιώργος γέρασαν. Η ζωή τους είχε σημαδευτεί ανεξίτηλα από τα γεγονότα εκείνα της 29ης Μαρτίου του 1942 και από όλα όσα ακολούθησαν την περίοδο εκείνη.

Στη σκέψη του Πάνου δεν σταμάτησε ποτέ να ηχεί πένθιμα και γλυκόπικρα η μελωδία που έβγαινε από το διπλανό δωμάτιο όπου ο πατέρας του έπαιζε στο πιάνο εκείνη την ημέρα.

Πάνω στο πιάνο το κερί έλιωσε. Η πόρτα άνοιξε και έκλεισε για τελευταία φορά.

Λύκειο Γιαννάκη Ταλιώτη Γεροσκήπου